Η Grace Hopper (1906-1992) ήταν μια επιστήμονας πληροφορικής και πρωτοπόρος στον τομέα της. Πήρε το διδακτορικό της στα Μαθηματικά από το Πανεπιστήμιο Yale το 1934 και στη συνέχεια έγινε ένας από τους πρώτους προγραμματιστές του υπολογιστή Harvard Mark I, μιας ηλεκτρομηχανικής μηχανής. Η εργασία της Hopper στον Mark I περιελάμβανε την ανάπτυξη του πρώτου μεταγλωττιστή, ο οποίος επέτρεπε στους προγραμματιστές να γράφουν προγράμματα χρησιμοποιώντας εντολές γλώσσας υψηλού επιπέδου και όχι κώδικα μηχανής χαμηλού επιπέδου. Αυτή η καινοτομία έθεσε τα θεμέλια για τις σύγχρονες γλώσσες προγραμματισμού.
Η πιο αξιοσημείωτη συμβολή της Hopper στον τομέα ήταν το έργο της στην COBOL (Common Business-Oriented Language). Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ηγήθηκε μιας ομάδας στην Sperry Rand Corporation που ανέπτυξε την COBOL, η οποία έγινε η πρώτη ευρέως χρησιμοποιούμενη γλώσσα προγραμματισμού υψηλού επιπέδου ειδικά σχεδιασμένη για επιχειρηματικές εφαρμογές. Ο Hopper υποστήριξε την έννοια των γλωσσών προγραμματισμού ανεξάρτητων από μηχανήματα, επιτρέποντας στους προγραμματιστές να γράφουν κώδικα που θα μπορούσε να εκτελεστεί σε διαφορετικά συστήματα υπολογιστών χωρίς τροποποιήσεις. Το όραμα και η ηγεσία της έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και υιοθέτηση της COBOL, η οποία έφερε επανάσταση στην επιχειρηματική πληροφορική.
Πέρα από τα τεχνικά της επιτεύγματα, η Grace Hopper ήταν γνωστή για την επιμονή και την αφοσίωσή της στην εκπαίδευση. Ήταν σθεναρή υπέρμαχος της αύξησης του υπολογιστικού αλφαβητισμού και της ενθάρρυνσης περισσότερων ανθρώπων, ιδίως γυναικών, να ακολουθήσουν καριέρα στον τομέα των υπολογιστών. Το πάθος της Hopper για τη διδασκαλία και την ανταλλαγή γνώσεων την οδήγησε στην ανάπτυξη γλωσσών προγραμματισμού που ήταν πιο προσιτές σε μη τεχνικούς χρήστες. Η συμβολή της στον τομέα της επιστήμης των υπολογιστών και η δέσμευσή της στην εκπαίδευση συνεχίζουν να εμπνέουν γενιές επίδοξων προγραμματιστών και τεχνολόγων.